1
Στο κλασικό μυθιστόρημα με ντετέκτιβ το έγκλημα διαταράσσει την έννομη τάξη, η οποία είναι κρίσιμο να αποκατασταθεί μέσω της ανακάλυψης του ενόχου και της εξαφάνισης του από το κοινωνικό πεδίο. Η έρευνα του ντετέκτιβ μπορεί επίσης να αποκαλύψει τις κακόβουλες επιθυμίες σχεδόν κάθε χαρακτήρα, ωστόσο αυτές οι επιθυμίες είναι έμφυτες στην ανθρώπινη φύση, όπως παρατηρεί ο συγγραφέας και ο επιθεωρητής του. Για όσο αυτές αυτές οι επιθυμίες δεν οδηγούν στην τέλεση της πράξης (έγκλημα), η καλύτερη λύση είναι να τις κρύψουμε ξανά κάτω το πέπλο που τις σκεπάζει. Κάπως έτσι, ο ιδιωτικός (και κατά προτίμηση ερασιτέχνης) ντετέκτιβ είναι πλέον κατάλληλος ως ήρωας σε σχέση με την επίσημη αστυνομία, η οποία είναι απλά μια δημόσια υπηρεσία. Παρόμοια, η αυτοκτονία του ενόχου είναι ο πιο κομψός τρόπος για να συντελεστεί η εξαφάνιση του, ένας τρόπος με τον οποίο αποφεύγεται η δημοσιότητα μιας δίκης και μιας εκτέλεσης, και η οποία με κανέναν τρόπο δεν προσθέτει επιπλέον ενοχή στις θλιμμένες, πολυποίκιλες και αναγκαίες ενσαρκώσεις της ανθρώπινης φύσης οι οποίες περιτριγυρίζουν τον ένοχο. Μόνο ο ερευνητής ντετέκτιβ θα φέρει την ευθύνη για το όποιο κακό προξένησε στον ένοχο, το βάρος της ενοχής που συνοδεύει την αναγκαία του πράξη – και ενίοτε θα καταναλώνει κοκαϊνη ή κρεατόσουπες, θα παίζει σκάκι και ίσως βιολί, κατ' αυτόν τον τρόπο θα μπορεί να κουβαλά στις πλάτες του το αιώνιο κακό και (αποδεικνύοντας την ανθρωπιά του) να προσφερεί τον εαυτό του θυσία σε αυτό.
2
Στο νουάρ, το βίαιο και εγκληματικό αστυνομικό μυθιστόρημα αμερικάνικου τύπου, η έννομη τάξη δεν συνιστά το καλό· είναι πρόσκαιρη και σε σύγκρουση με τον εαυτό της. Με άλλα λόγια, το κακό κυριαρχεί ιστορικά. Η κυριαρχία του κακού είναι κοινωνική και πολιτική. Μπάσταρδοι ασκούν την κοινωνική και πολιτική εξουσία. Για την ακρίβεια, την ασκούν αδίστακτοι καπιταλιστές, σύμμαχοι ή και όμοιοι των γκανγκστερ, οι οποίοι έχουν στην δούλεψη τους πολιτικούς, δημοσιογράφους και άλλους ιδεολόγους, καθώς επίσης και δικαστικούς, την αστυνομία κι άλλους υπηρέτες. Και αυτό σε μια περιοχή στην οποία οι άνθρωποι, χωρισμένοι σε φράξιες, πολεμούν με όλα τα διαθέσιμα μέσα μεταξύ τους για να πάρουν τον έλεγχο των αγορών και των κερδών. Μπορούμε εδώ να αναγνωρίσουμε μια εικόνα της καπιταλιστικής κοινωνίας ανάλογη, περισσότερο ή λιγότερο, με την εικόνα που συναντούμε στην επαναστατική κριτική. Κι αυτό είναι προφανές.
3
Λιγότερο προφανές, ωστόσο βέβαιο, είναι πως το νουάρ χαρακτηρίζεται από την απουσία ή την αδυναμία της πάλης των τάξεων και από την αντικατάσταση της από την ατομική δράση (η οποία είναι, παρεμπιπτόντως, απέλπιδα). Ενώ οι μπάσταρδοι και οι εκμεταλλευτές ασκούν την πραγματική πολιτική και κοινωνική εξουσία, οι άλλοι – οι εκμεταλλευόμενοι, οι λαϊκές μάζες – δεν είναι πλέον το υποκείμενο της ιστορίας, και σε κάθε περίπτωση εμφανίζονται στο νουάρ σε ρόλους δευτερεύοντες, λίγο-πολύ ως κοινωνικά περιθωριοποιημένοι – ταξιτζήδες, μειονότητες (μαύροι, τσιγγάνοι), άστεγοι αλήτες, άνεργοι, ξεπεσμένοι διανοούμενοι, υπηρετικό προσωπικό (μα επίσης, και μάλιστα σε αριθμό που προκαλεί έκπληξη, ως εργάτες, πάντα εκμεταλλευόμενοι πριν ή κατά τη διάρκεια του μυθιστορήματος από αφεντικά, απο σημαντικούς ανθρώπους και τους μπράβους τους.)
Εδώ η πάλη των τάξεων δεν είναι απούσα με τον ίδιο τρόπο που είναι απούσα στο μυθιστόρημα μυστηρίου με ντετέκτιβ. Εδώ απλά οι εκμεταλλευόμενοι έχουν ηττηθεί και έχουν υποχρεωθεί να υποφέρουν κάτω από την κυριαρχία του κακού. Αυτή η κυριαρχία είναι το πεδίο του νουάρ, εντός της οποίας κι ενάντια στην οποία αποκτά υπόσταση η δράση του ήρωα. Όταν ο ήρωας δεν είναι κι ο ίδιος ένας μπάσταρδος που αγωνίζεται κι αυτός για το δικό του μικροσκοπικό μερίδιο σε χρήμα κι εξουσία (όπως στην περίπτωση του πρώιμου James Hadley Chase), όταν ξέρει τι είναι καλό και τι κακό (όπως στην περίπτωση του Hammett και του Chandler), δεν είναι τίποτα άλλο από έναν ενάρετο σε έναν κόσμο δίχως αρετή. Μπορεί να διορθώσει ορισμένα λάθη, μα ποτέ δε θα διορθώσει το γενικό λάθος του κόσμου· το γνωρίζει, κι αυτό αποτελεί την πηγή της πικρίας του.
4
Μπορούμε να δούμε το λόγο που η χρυσή εποχή του νουάρ τοποθετείται χρονικά στην τελευταία περίοδο της θριαμβεύουσας αντεπανάστασης (περίπου μεταξύ 1920-1950), και η αποκορύφωση της στους διάφορους φασισμούς και στον πόλεμο. Αν και παράξενος, ο ορισμός του νουάρ ως ένα κυρίως αντιφασιστικό μυθιστόρημα, δεν μας φαίνεται να έχει διαψευστεί. (Αυτό εξηγεί γιατί το νουάρ μπορεί τόσο εύκολα να κατηγορηθεί ως φασιστικό, ή να παραχωρήσει τη θέση του σε φασιστικές παρεκκλίσεις ή απομιμήσεις. Ο φασισμός και ο αντιφασισμός είναι φυσικά οι συμπληρωματικές μορφές με τις οποίες η αντεπανάσταση αλυσοδένει το προλεταριάτο στα δεσμά της.)
5
Το τέλος της αντεπανάστασης και η επιστροφή της προλεταριακής επίθεσης είναι, μακροπρόθεσμα, το τέλος των πάντων για τα επαγγέλματα των διανοούμενων. Ανάμεσα σε άλλα, το νουάρ θα εξαφανιστεί κι αυτό σύντομα, ένα φαινόμενο το οποίο αντιπροσωπεύει μια σημαντική ποσότητα ανάξιας σημασίας. Για ένα διάστημα μπορεί να εξαπολύσει τις τελευταίες του φλόγες (φλόγες υγρές, σαν τις ονειρώξεις), συγχωνευόμενο με τον κινηματογράφο, την pop μουσική, κι άλλα πολιτιστικά εμπορεύματα, σε ένα αξιοθρήνητο σκηνικό των τελευταίων πράξεων ατομικής εξέγερσης, ήτοι στην οπισθοδρομικότητα κι επίσης στην ανυπομονησία του νεαρού κλέφτη, του τρελού, του τρομοκράτη (η λίστα είναι μη περιοριστική). Αλλά σύντομα το κίνημα για τον κομμουνισμό θα αποσυνθέσει κάθε οπισθοδρομικότητα και θα ικανοποιήσει κάθε ανυπομονησία.
Υ. Γ. Δεν προκύπτει με κανέναν τρόπο από τα παραπάνω πως αν κάποιος έφαγε, καθώς λένε, τα νιάτα του να γράφει νουάρ ή για τα Nouvelles Literaires (η λίστα είναι μη περιοριστική) είναι κάτι το οποίο συγχωρείται αυτόματα.
– Les Nouvelles littéraires, no. 2565, December 30, 1976
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.